Η γραμματική της αγανάκτησης και το συντακτικό της εξουσίας

Γράφει ο Νικόλας Κοσματόπουλος

Σκηνή πρώτη, Σύνταγμα

Χιλιάδες κόσμου μαζεύονται, φωνάζουν, βρίζουν, αναθεματίζουν, χτυπάνε κατσαρόλες, σηκώνουν πανώ, κοιμούνται στο χορτάρι, δεν κοιμούνται καθόλου, ξενυχτάνε, διαφωνούν, πλακώνονται, συναινούν, κληρώνονται, προβληματίζονται, ακούν, τσιρίζουν, μιλάνε ενάμιση λεπτό, μιλάνε παραπάνω, μιλάνε μεταξύ τους, μιλάνε μόνοι τους, μονολογούν, χτυπιούνται με την αστυνομία, χτυπιούνται μεταξύ τους, μουτζώνουν τους απέναντι κι ενίοτε τους ίδιους, οργίζονται κι αγανακτούν.

Σκηνή δεύτερη, Βουλή

Δεκάδες αντιπρόσωποι συνεδριάζουν, συνδιαλέγονται, συντονίζονται, παζαρεύουν, δίνουν εντολές, δίνουν συμβουλές, δίνουν συνεντεύξεις, βγάζουν λόγους, σφίγγουν χέρια, σφίγγουν γραβάτες, υπογράφουν πρακτικά, νομολογούν, νομοθετούν, νομολαγνούν, ψάχνουν λύσεις, ψάχνουν θέσεις, ψάχνουν στρατηγικές, επιχειρηματολογούν, κάνουν ελιγμούς, κάνουν υπολογισμούς, κάνουν μπλόφες, στήνουν συμμαχίες, κρατάνε ισορροπίες, κρατάνε τα προσχήματα, κρατάνε πισινές, κουβαλάνε φακέλους, χαρτοφύλακες και χαρτοφυλάκια, συγχαίρουν εαυτούς κι αλλήλους, ορκίζονται κι αδιαφορούν.

Δυο κόσμοι απέναντι, δυο κόσμοι αντίκρυ; Τέσσερις εβδομάδες μετά την πρώτη τους συνάντηση, ο πρώτος κόσμος μετράει ήδη απώλειες: μια κυβέρνηση έπεσε ανασχηματιζόμενη, δύο βουλευτές παραιτήθηκαν, κι ο πρόεδρος της βουλής μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, γεγονός που μάλλον οφείλεται στην καθημερινή είσπραξη χιλιάδων κατάρων με την μορφή της μούτζας. Ωστόσο, και παρά τις απώλειες, ένα πασιφανές παράδοξο γίνεται ολοένα και πιο τρανταχτό. Από τη μια, είναι πια κοινός τόπος πως οι πλατείες προκαλούν τριγμούς στην κυβέρνηση και στο πολιτικό σύστημα γενικότερα. Από την άλλη, στις διατρανωμένες ιαχές των πλατειών για «φυλακές», ο ΓΑΠ καταλαβαίνει «αλλαγές», ενώ Σαμαράς, Παπαρήγα, Τσίπρας ακούνε «εκλογές».

Η παραμορφωμένη ηχώ της αγανάκτησης, εκείνης που κάνει την μαζική, ριζική απαίτηση για (κοινωνική και οικονομική) δικαιοσύνη να μεταφράζεται ως χλιαρό κοινοβουλευτικό αίτημα για νέες κάλπες δεν ωφείλεται σε γενικευμένη βαρυκοία στα ώτα των αντιπροσώπων, αλλά πρώτα και κύρια στην βαθιά πίστη πως το χάσμα ανάμεσα στην διαμαρτυρία και την εξουσία είναι αγεφύρωτο.

Ωστόσο, πολύ λιγότερο από αυτονόητο, αυτό το χάσμα είναι παράγωγο και προιόν της ίδιας της εξουσίας. Αναπαράγεται καθημερινά και κάθε στιγμή, μέσα από τρόπους έκφρασης, λέξεις κι έννοιες που αν και χρησιμοποιούνται ως αντικειμενικές, τελικά ανήκουν στα πιο αποτελεσματικά μέσα της εξουσίας. Αυτή η «γραμματική της αγανάκτησης» τείνει να αναπαριστά τους από κάτω ως καταδικασμένους μόνο να αγανακτούν και τους από πάνω σχεδόν ως καταραμένους να κυβερνούν. Ως τέτοια, δεν είναι παρά αποτέλεσμα του «συντακτικού της εξουσίας», το οποίο όχι μόνο τοποθετεί το κίνημα των πλατειών στο εννοιολογικό πλαίσιο της αγανάκτησης, της αντίδρασης, του ετεροκαθορισμού και της αντιστραμμένης παθητικότητας, αποκλείοντας αυτόματα όποια στοιχεία δημιουργίας, δράσης, ιδίας δύναμης, και ιδιόμορφης εξουσίας, αλλά ορίζει την πολιτική, ηθική και κανονιστική ιεραρχία μεταξύ των λέξεων, των εννοιών, των σημασιών.

Καταρχήν, η γραμματική της αγανάκτησης όπως αυτή συγκροτείται στα πλαίσια του συντακτικού της εξουσίας έχει ως βασικό λεκτικό του μόριο το «αντί». Η αγανάκτηση παρουσιάζεται κατεξοχήν ως αντί-δραση σε κάτι, εν-αντι-ώνεται στην κυβερνητική πολιτική, είναι εν-αντί-ον του κοινοβουλευτισμού κτλ. Για την εξουσιαστική ελίτ αυτής της χώρας (πολιτικοί, μεγαλο-δημοσιογράφοι, προύχοντες ακαδημαικοί κτλ) η διατήρηση αυτής της εικόνας τείνει να εξελιχθεί σε υπαρξιακό ζήτημα, καθώς μονάχα μέσω της υποβάθμισης ή της αποσιώπησης της πολιτικής δημιουργικότητας των πλατειών μπορεί αυτή η ελίτ να συνεχίζει να αυτοθεωρείται ελίτ. Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονται όχι επειδή απλά κατέχουν τον πλούτο, αλλά κυρίως επειδή κατέχουν τη δυνατότητα να πείσουν πως είναι η απάντηση απέναντι στο επερχόμενο χάος και στην τυφλή αντίδραση. Σε αυτήν την υποβάθμιση της δημιουργικότητας και της καινοτομίας της πολιτικής κουλτούρας των πλατειών, οι εξουσιαστές του συντακτικού έχουν βρει αναπάντεχους συμμάχους σε κάποιες από τις αυτοθεωρούμενες πρωτοποριακές ηγεσίες τόσο της (ακρο)αριστεράς όσο και του αναρχισμού. Οι ηγεσίες αυτές, είτε ψηφισμένες, είτε αψήφιστες, αν είναι κατά των πλατειών θα βρίζουν – κι αν είναι υπέρ, θα χαιδεύουν πατερναλιστικά – το «αυθόρμητο των μαζών», κλείνοντας ωστόσο και οι δύο μάτια κι αυτιά στις αποδεδειγμένες δυνατότητες δημιουργικής δράσης των πλατειών.

Η γραμματική της αγανάκτησης λοιπόν εντάσσεται από το συντακτικό της εξουσίας στις παρυφές του θυμικού, παρουσιάζεται να κουβαλάει μπόλικο ressentiment αντί της θέλησης για δύναμη κι είναι συνυφασμένη με αντι-δράσεις αντί για δημιουργίες. Ως τέτοια απειλεί πολύ λιγότερο την εξουσία, γιατί πολύ απλά δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί στην ουσία της πρώτης, που ορίζεται από την ίδια ως η παραγωγή οραμάτων, λογικών σχεδίων, δημιουργικών δράσεων κτλ. Ένα απλό μοντέλο της γραμματικής της αγανάκτησης σε διάφορες εκφάνσεις του είναι το εξής: Το συντακτικό της μιντιακής εξουσίας φροντίζει να αναπαράγει τη μούτζα σε φόντο την γαλανόλευκη ως την συμπυκνωμένη εικόνα της αγανάκτησης. Στη συνέχεια, το συντακτικό της διανοουμενίστικης εξουσίας αποκρυπτογραφεί την εικόνα αυτή ως ξεκάθαρο σήμα κίνδυνου για την δημοκρατία και τις κατακτημένες ελευθερίες. Τέλος, το συντακτικό της αριστερίστικης εξουσίας τείνει να θωρεί τις πλατείες ως ένα νεογέννητο το οποίο χωρίς τον απαραίτητο εμβολιασμό θα κολλήσει τις αρρώστιες του αυθορμητισμού ή μπορεί να αποδειχθεί τερατογέννεση.

Είναι επιτακτική η ριζική αμφισβήτηση αυτής της κοντόφθαλμης γραμματικής της αγανάκτησης με απότερο στόχο την καταστροφή του επιβαλλόμενου συντακτικού της εξουσίας. Αυτό μπορεί να γίνει – και ήδη γίνεται – με διάφορους τρόπους.

Ένας από αυτούς είναι η άμεση ανάδειξη και θεματοποίηση των νέων πολιτικών πρακτικών, της νέας πολιτικής κουλτούρας, της νέας πολιτικής ανθρωπολογίας που δημιουργεί η πλατεία. Εδώ και καιρό οι πρακτικές αυτές είναι το κυρίαρχο φαντασιακό ζητούμενο και λιγότερο η άμεση μάχη για το μεσοπρόθεσμο που πρέπει ωστόσο να κερδηθεί, έτσι ώστε να δοθούν οι απαραίτητες ανάσες και ωθήσεις στο πρώτο.

Δεύτερον, με την περαιτέρω ενσάρκωση και βαθύτερη θεσμοποίηση εννοιών όπως αυτές απαιτούνται και νοηματοδοτούνται καθημερινά από το κίνημα, όπως το δίκαιο και η δικαιοσύνη για παράδειγμα. Αντί λοιπόν να απορούμε για τα διαστρεβλωμένα αποτελέσματα της ηχούς της αγανάκτησης, πρέπει να γίνουν κινήσεις προς την κατεύθυνση της απόδοσης δικαιοσύνης άμεσα. Έτσι, το διαδεδομένο σύνθημα «κλέφτες, κλέφτες», το οποίο στην γραμματική της αγανάκτησης αποδίδεται σε μια αλόγιστη κι υπερβολική κατάχρηση του όρου, μπορεί να μετουσιωθεί σε συγκεκριμένες δράσεις τόσο για την τωρινή «δικαιοσύνη» και τις φυλακές όσο προς την θεσμοποίηση αμεσοδημοκρατικής δικαιοσύνης για τους «κλέφτες».

Τρίτον, και ίσως πιο σημαντικό, περισσότερο από αναγκαία δείχνει να είναι μια δημιουργική κι ουσιαστική αντιμετώπιση του φόβου τόσο ως άμεσο πρακτικό θέμα όσο κι ως γενικότερο ζήτημα στη σύγχρονη βιο-πολιτική. Στη γραμματική της αγανάκτησης ο φόβος αποτελεί ίσως το πιο κρίσιμο ουσιαστικό. Στο βαθμό που η αγανάκτηση περιγράφεται ως ένα κίνημα αντίδρασης και διαμαρτυρίας, ως ένα κίνημα του οποίου η πολυσυλλεκτικότητα ορίζεται κυρίως είτε ως «κίνδυνος εκτροπής» είτε ως ακίνδυνος χαβαλές, ο φόβος λειτουργεί εργαλειακά και κατευναστικά. Η γραμματική της αγανάκτησης τείνει να αναπαράγει τη λογική του φόβου, παρουσιάζοντας τις πλατείες ως αποτέλεσμα φοβισμένων από την προοπτική της φτώχειας κι αγανακτισμένων μαζών. Το συντακτικό της εξουσίας αντλεί όλη του τη δύναμη μέσα από αυτήν την εικόνα. Ωστόσο, στις αραβικές εξεγέρσεις ο φόβος δεν νικήθηκε από την πείνα, όπως συνηθίζεται να λέγεται, αλλά πολύ περισσότερο από την συλλογική συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει, πως δεν μπορεί να υπάρξει, πισωγύρισμα. Από εκείνη τη στιγμή ο φόβος άλλαξε στρατόπεδο κι έγινε όπλο των εξεγερμένων.

Όταν κανείς σταθεί στο κατώφλι της Ιστορίας, αυτό που τον κάνει να το διαβεί χωρίς να υπολογίζει τον φόβο, δεν είναι το σκοτάδι του υπογείου που μόλις άφησε πίσω του, αλλά το φώς που για πρώτη φορά αντικρίζει μπροστά του. Το Σύνταγμα στέκεται, γιατί ακροβατεί σε ένα τέτοιο κατώφλι. Μένει μονάχα να δούμε προς ποια πλευρά θα γύρει. Τα στοιχήματα φυσικά κι επιτρέπονται, αλλά απλά να θυμίσω πως οι αυτοεκπληρούμενες προφητείες έχουν πάντα υπερβολικά χαμηλές αποδόσεις.

φωτ.: Ελισάβετ Μωράκη

Να μη ζήσουμε σαν δούλοι (το εθνικό τραύμα)

Αναδημοσίευση από το vlemma.gr

H υπαγωγή της Ιρλανδίας στον μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ και της Ε.Ε. τραυματίζει την εθνική υπερηφάνεια των Ιρλανδών, αναφέρει η International Herald Tribune σε πρόσφατη εκτενή ανάλυση. Ο συντάκτης ανατρέχει στην ιστορία της χώρας στον 20ό αιώνα, από τους εκτελεσθέντες ηγέτες του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, το 1916, και την ανακήρυξη του ελεύθερου ιρλανδικού κράτους το 1922, έως την ευφορία των χρηματαγορών για τον Κελτικό Τίγρη την περασμένη δεκαετία, και την έκρηξη της τραπεζικής και στεγαστικής φούσκας.

Οι Ιρλανδοί δεν ξεχνούν ποτέ τον βρετανικό ζυγό και τους σκληρούς αγώνες που έχουν δώσει για την εθνική τους ανεξαρτησία. Θυμούνται επίσης τη φτώχεια. Ο λιμός του 1840, η ενδημική φτώχεια, η διαρκής μετανάστευση και ο αδιάκοπος εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας σημαδεύουν τη συλλογική μνήμη αυτού του μοναχικού λαού ποιητών και καλλιτεχνών στην ατλαντική άκρη.

Η υπαγωγή στη βοήθεια και τα κελεύσματα των ΔΝΤ-ΕΕ βιώνεται σαν τραύμα για την 60χρονη ιρλανδική δημοκρατία. Είναι δε σχεδόν βέβαιο ότι το κυβερνών κόμμα Fianna Fail, που συμμετέχει στην εξουσία αδιαλείπτως τις τελευταίες δεκαετίες, θα χάσει τις εκλογές.

Αναλόγως τραυματικά βιώνεται η υπαγωγή της Ελληνικής Δημοκρατίας στην τρόικα. Η Ελλάδα έχει ανάλογη ιστορία εθνικών αγώνων και φτώχειας με την Ιρλανδία ― και ποίησης και μοναχικότητας. Η ίδια η γένεση του νεότερου ελληνισμού βασίζεται στην έννοια της αντίστασης, της ανταρσίας, του αγώνα: τα ιδρυτικά πρόσωπα του νεότευκτου κρατιδίου είναι πρώτα πολεμιστές, επαναστάτες και μάρτυρες, και μαζί ποιητές και λόγιοι: Ρήγας, Αλ. Υψηλάντης, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης, Μακρυγιάννης, Κοραής, Σολωμός…

Η ίδρυση του κράτους, πριν από περίπου δύο αιώνες, όμως από επαναστάτες, συνοδεύεται από σχέσεις εξάρτησης και υποτέλειας προς το εξωτερικό, και από σχέσεις διαρκώς εμφιλοχωρούντος διχασμού και πελατειακότητας στο εσωτερικό. Ο ελληνισμός εντός του κρατιδίου συστέλλεται και διαστέλλεται διαρκώς πέριξ πολλαπλών αξόνων: εξάρτηση-ανεξαρτησία, συρρίκνωση-επέκταση, φτώχεια-ευημερία, ελλαδικότητα-διασπορά, νίκες-καταστροφές, υποταγή-αντίσταση, δημοκρατία-δικτατορία. Σε κάθε περίοδο εντούτοις, ακόμη και σε περίοδο καταστροφής ή κατοχής, η έγνοια για την ελευθερία και την ανεξαρτησία είναι πρωταρχική, η περηφάνια του λαού, που ξεσηκώθηκε εναντίον μακραίωνου κατακτητή και επεβίωσε και πρόκοψε, είναι η ιδρυτική και διαρκώς συνέχουσα ύλη των ανθρώπων που γεννιούνται και κατοικούν στον τόπο.

Το πιο επισκέψιμο εθνικό μνημείο του Δουβλίνου είναι η φυλακή όπου εκτελέστηκαν οι δώδεκα ηγέτες του απελευθερωτικού αγώνα του 1912. Ανάλογα μνημεία μαρτυρίου για την ελευθερία είναι διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα, από το 1821 ώς τις μέρες της χούντας ― παρότι δεν προσελκύουν τόσους πολλούς επισκέπτες πια, ίσως διότι η ελευθερία θεωρείται αυτονόητη στις μέρες μας. Δεν είναι. Η ελευθερία και η ανεξαρτησία, η αυτοδιάθεση, η αυτονομία και η αυτοβουλία ενός λαού δοκιμάζονται διαρκώς και διαρκώς κατακτώνται. Υπό αυτή την έννοια, η οικονομική αποτυχία της χώρας ― που δεν οφείλεται αποκλειστικά σε δικά μας σφάλματα― συνιστά μια καταστροφή της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, ή τουλάχιστον έναν σοβαρότατο κλονισμό τους, και πρώτος έσπευσε να το χαρακτηρίσει έτσι ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, περίπου πριν από ένα χρόνο, όταν κανείς πολίτης δεν είχε ιδέα περί Μνημονίου και κηδεμονίας. Εξ ου και το διάχυτο αίσθημα ανημπόριας, ταπείνωσης, περιορισμού, που βιώνεται παράλληλα με τον φόβο της φτώχειας, με την ίδια τη φτώχεια, με την αδυναμία των πολιτών να διορθώσουν ή να ορίσουν τη μοίρα τους.

Την εντύπωση της υποτέλειας και τον τραυματισμό της εθνικής υπερηφάνειας εντείνουν διάφορες συμπεριφορές Ελλήνων αξιωματούχων ή Ευρωπαίων επιτρόπων. Οι Ελληνες υπουργοί που κρύβονται πίσω από διατάξεις του Μνημονίου για να δικαιολογήσουν την έλλειψη διαπραγμάτευσης, η αλαζονεία τους ακόμη και αυτή την τραγική στιγμή, τα ψεύδη και οι παλινωδίες εντείνουν την εθνική ντροπή. Η εκτενής ατιμωρησία φοροφυγάδων και εισφοροφυγάδων, η αδράνεια και η μη επιβολή του νόμου, επίσης, Η εικόνα της Βουλής που σέρνεται από Εξεταστική σε Εξεσταστική, χωρίς ποτέ να τιμωρείται κανείς, τροφοδοτεί επίσης την πικρία, την οργή και την απογοήτευση. Ο αστεϊσμός του επιτρόπου Ολι Ρεν ενώπιον του εθνικού κοινοβουλίου, ότι χάνει το ποδόσφαιρο της Κυριακής για να ασχοληθεί με την προβληματική Ελλάδα, ήταν επίσης δείγμα ιταμής συμπεριφοράς έναντι ενός ολόκληρου λαού που υποφέρει.

Η κατάρρευση των δημοσιονομικών και η πτώση της ανταγωνιστικότητας είναι γεγονότα αδιαμφισβήτητα. Ωστόσο η εσπευσμένη υπαγωγή στα κελεύσματα του Μημονίου, υπό όρους επαχθείς, που θέτουν την εθνική κυριαρχία ως εμπράγματη ασφάλεια, που παραπέμπουν τον δανεισμό στο βρετανικό δίκαιο και απαγορεύουν άλλη διαχείριση του χρέους, είναι υπαγωγή της Ελληνικής Δημοκρατίας σε κηδεμονία. Πολύ περισσότερο που αυτή η υπαγωγή επιβάλλει αλλεπάλληλα σκληρά μέτρα λιτότητας, χωρίς ορατό τέλος, και ριζική αναδιάρθρωση της νομοθεσίας που διέπει την εργασία και την κοινωνική μέριμνα· ουσιαστικά, απορρύθμιση της εργασίας και απίσχναση του κοινωνικού κράτους.

Η ελληνική κυβέρνηση δι’ αιφνιδιασμού κατάφερε να εξασφαλίσει όχι μόνο την οριακή πλειοψηφία για την υπερψήφιση του Μνημονίου, αλλά και την παγωμένη ανοχή του σοκαρισμένου πληθυσμού, μεγάλου μέρους του τουλάχιστον, εφόσον το Μνημόνιο παρουσιάστηκε ως μοναδική λύση σωτηρίας, μετά τις προεκλογικές ψευδείς υποσχέσεις, τον προϋπολογισμό παροχών, την πολύμηνη ολιγωρία και τους λεονταρισμούς που οδήγησαν σε σφοδρή κρίση δανεισμού.

Οι πολίτες ενοχοποιήθηκαν για την κρίση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο: κάθε επαγγελματική και κοινωνική ομάδα στρέφεται διαδοχικά εναντίον της άλλης, και όλοι απομένουν κερματισμένοι, μόνοι, χωρίς φρόνημα, χωρίς αλληλεγγύη, χωρίς ελάχιστο κοινό στόχο και ελπίδα. Ενας λαός όμως διαιρεμένος, ψυχικά διχασμένος, εθνικά ταπεινωμένος, και επιπλέον φτωχός και έμφοβος, δεν μπορεί να ανακάμψει. Απαιτείται επειγόντως αναστροφή: ανάκτηση της περηφάνιας. Φτωχοί μπορούμε να ζήσουμε, να μη ζήσουμε όμως σαν δούλοι.

Η κατεδάφιση των εργασιακών θεσμών

Γράφει ο Αντώνης Λιάκος, Βήμα 12.12. 2010

Αυτά είναι τεκτονικές μεταβολές. Η οικονομική κρίση ήλθε και κάποτε θα παρέλθει. Οι αλλαγές αυτές θα μείνουν γιατί εκφράζουν μια νέα αντίληψη κοινωνικής συμβίωσης. Η καταστροφή θεσμών που χρειάστηκε σχεδόν ενάμισης αιώνας θυσιών και προσπαθειών για να δημιουργηθούν είναι μέγα ζήτημα. Η διαδικασία της απορροής του κοινωνικού από το πολιτικό είναι κεντρικό ζήτημα για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Πρόκειται για την απίσχνανση του πολιτικού και για τη διαρροή του κοινωνικού έξω από τη σφαίρα της πολιτικής διαμεσολάβησης. Αλλά το κοινωνικό που δεν διαμεσολαβείται από το πολιτικό προοιωνίζεται σκοτεινές εξελίξεις.
Ολόκληρο το άρθρο

Το νόημα του Δεκέμβρη

Του Σπύρου Μαρκέτου*. Από το alterthess.gr

Τι μπορεί να κάνει σήμερα το σύστημα με τη νεολαία; Να της βρει δουλειά; Δεν γίνεται πια. Να την στείλει Μακρόνησο; Ούτε. Να την κρατήσει χαυνωμένη στα γήπεδα και μπροστά στην τηλεόραση; Κουρασμένη τακτική, μα ούτε και αρκεί. Ο Δεκέμβρης κλόνισε ακόμη και την ποπ κουλτούρα, που σιγά σιγά παίρνει πιο αμφισβητησιακή τροπή, όπως δείχνουν, για παράδειγμα, και τα γκρουπάκια που προβάλλονται στα τηλεπαιχνίδια. Πολύ πιο δυσοίωνη για το καθεστώς είναι μάλιστα η άλωση από εξεγερσιακά μηνύματα του ίδιου του σκληρού πυρήνα της λαϊκής μουσικής. Η μελωδική δυσφορία της λεπταίσθητης νεολαίας αντέχεται, οι ιαχές των μεταλλάδων λίγους ενήλικες τρομάζουν, τι κάνεις όμως με τους Ροκάδες του Σταμάτη Γονίδη, που έπιασαν το ένα εκατομμύριο χτυπήματα στο γιουτιούμπ;
Ζηλεύω τους ροκάδες και τους πιτσιρικάδες,
που ΄χουν ελεύθερη στα στήθεια τους καρδιά,
που ζουν τα όνειρά τους, και για τον έρωτά τους
τα κάνουν όλα στη ζωή γυαλιά-καρφιά.
Ο λαϊκός τραγουδιστής, αληθινός, σε κοκκινόμαυρο φόντο και με κυκλωμένο άλφα στη φανέλα του, προκαλεί ρίγη σε πολιτισμικούς χώρους που ως τώρα έμοιαζαν να συγκινούνται από άλλες αξίες. Αδιάψευστο τεκμήριο, τα υβριστικά σχόλια που εισπράττει -αντισταθμίζονται όμως από πολύ περισσότερους επαίνους. Θα γραφόταν άραγε πριν από τον Δεκέμβρη τέτοια μουσική; Θα έπιανε τον παλμό της εποχής; Δύσκολα. Ξέρουμε πολλά πρόσφατα γεγονότα που άλλαξαν σε ανάλογο βαθμό τη λαϊκή ευαισθησία;
Αυτά λοιπόν για κείνους που λένε πως ο Δεκέμβρης δεν σήμαινε και πολλά πράγματα. Άλλοι, πιο βαθυστόχαστοι, κυρίως διανοούμενοι νοσταλγοί της χούντας, επιμένουν πως τον Δεκέμβρη κορυφώθηκε η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης, παραβλέποντας ωστόσο ότι ανάλογες εξεγέρσεις δεν είχαμε μετά το ’74. Ο καιρός θα δείξει. Πιθανότερο είναι πάντως πως ο Δεκέμβρης, αντίθετα, διεκδικώντας μια πιο ελεύθερη και ανθρώπινη ζωή εγκαινίασε ένα πανευρωπαϊκό κύμα αγανάκτησης με το ψευτοδημοκρατικό σημερινό μας καθεστώς.

Ολόκληρο το άρθρο

Slavoj Zizek: Ζώντας στις έσχατες ημέρες

Ο «Γίγαντας της Λιουμπλιάνα» βομβαρδίζεται με πραγματικά στιγμιότυπα από τα επικρατούντα μέσα μαζικής ενημέρωσης που προβάλλονται σε μεγάλες οθόνες ολόγυρά του, μαζί με αποφθέγματα σύγχρονων διανοητών πάνω σε τέσσερις κύριες θεματικές: την οικονομική κρίση, το περιβάλλον, το Αφγανιστάν και το τέλος της Δημοκρατίας. Δράττεται έτσι της ευκαιρίας να εξαπολύσει μια δριμεία κριτική στον σύγχρονο καπιταλισμό και να συμμεριστεί την εκτίμησή του για το τι μέλλει γενέσθαι.
«Εμείς οι κομμουνιστές είμαστε ξανά εδώ!». Αυτή είναι η τελευταία φράση του Σλαβόι Ζίζεκ. Το τρέχον καπιταλιστικό σύστημα, στου οποίου την ομαλή παγκόσμια διάδοση τόσοι πίστεψαν, είναι αβάσιμο. Βρισκόμαστε στο χείλος μεγάλων προβλημάτων που απαιτούν μεγάλες λύσεις, υποστηρίζει.
Ο,τι έχει απομείνει στην Αριστερά, για πολλούς έχει τραυματιστεί από τη φιλελεύθερη δημοκρατία δυτικού τύπου και δείχνει να στερείται της δύναμης να διατυπώσει ριζοσπαστικές λύσεις. Όχι ο Ζίζεκ.
Συνέντευξη: Chris Kijne
Σκηνοθεσία: Marije Meerman
Παραγωγή: Mariska Schneider /Pepijn Boonstra
Ερευνα: Marijntje Denters/Maren Merckx
Μετάφραση-Υποτιτλισμός: Ζωή Σιάπαντα, TVXS

Slavoj Zizek: Nα ξεφύγουμε από τα δίχτυα που έχουμε παγιδευτεί

Aνάλυση του Slavoj Zizek, δημοσιευμένη στο περιοδ. «New Left Review», αρ. 64, Λονδίνο, Ιούλιος-Αύγουστος 2010. Ελληνική μετάφραση: εφημ. Ελευθεροτυπία, 21.11.2010.

Στη Μαδρίτη, στην Αθήνα, στο Βουκουρέστι και στο Παρίσι, η οργή του λαού μαρτυράει την κοινωνική απόγνωση και τη βαθύτατη επιθυμία για αλλαγή. Ομως, για την ώρα, απουσιάζει η πολιτική στρατηγική η οποία θα επιτρέψει την πραγματοποίηση αυτής της αλλαγής, καθώς και η ελπίδα ότι θα επιτύχει. Μήπως πρέπει να διακινδυνεύσουμε ν’ αφήσουμε να χαθεί αυτή η ευκαιρία, προβάλλοντας ως δικαιολογία το επιχείρημα ότι δεν υφίστανται ακόμα οι συνθήκες για την υλοποίησή της; Ή μήπως πρέπει να βάλουμε στοίχημα ότι, καμιά φορά, «συμβαίνει το ανέφικτο»;
Ολόκληρο το άρθρο

Πέρα από την εκλογική αριθμητική, τα νέα μέτωπα

Toυ Νικόλα Σεβαστάκη, από τα Ενθέματα, της εφημ. Αυγή.

Οι εκλογές της μαζικής αποχής (πάνω από το μισό των εγγεγραμμένων) δεν προσφέρονται για ασφαλή και απλοϊκά συμπεράσματα. Δίνουν ωστόσο κάποια ιδέα για τις βαθύτερες διεργασίες στην κοινωνία σε συνθήκες όπου κυριαρχούν οι ελάχιστες προσδοκίες και ρευστοποιούνται, με ταχύτητα, πολλά από τα δεδομένα του παρελθόντος. Το αποτέλεσμα λοιπόν φαίνεται να συμπυκνώνει την αμφισημία της περιόδου: για παράδειγμα, τη συνύπαρξη μιας τάσης μαζικής αποχώρησης από το «πολιτικό σύστημα» παράλληλα και από κοινού με την αναζήτηση ανώδυνων παρακαμπτηρίων από το επαχθές βάρος των κεντρικών πολιτικών διλημμάτων της συγκυρίας. Ο αμιγής «αυτοδιοικητισμός» και οι εκκεντρικές υποψηφιότητες τύπου Αμυρά εντάσσονται σε αυτή τη λογική.
Μια δεύτερη παράμετρος είναι ότι ο στόχος των δυνάμεων που αναζητούν την παθητική, έστω, νομιμοποίηση των σημερινών «αναμορφώσεων» (μέσα από το Μνημόνιο αλλά και πέρα από αυτό) επικεντρώνεται στην με κάθε τίμημα αγορά σταθερότητας και ανοχών. Και όπως ξέρουμε η λειτουργία κάθε ανταγωνιστικής εκλογικής αγοράς –αυτό είναι η «δημοκρατία» κατά τους ορθόδοξους πολιτικούς επιστήμονες– δεν διαταράσσεται ούτε με την αλματώδη αύξηση της αποχής ούτε με τις διαφοροποιήσεις της ψήφου προς τις λεγόμενες ανεξάρτητες και διαμαρτυρόμενες υποψηφιότητες.
Όπως ήδη φάνηκε, για τον Παπανδρέου και την κυβέρνησή του, είναι μάλλον ευτύχημα η μετατόπιση του κέντρου βάρους κάποιων αναμετρήσεων από τις κοινωνικοοικονομικές διαστάσεις της κρίσης στη σφαίρα των συμβολικών-πολιτισμικών ευαισθησιών. Αυτή η μετατόπιση φαίνεται να είναι κάτι διαφορετικό από την παλιά πόλωση μεταξύ δεξιάς και αντιδεξιάς, δεξιάς και «προοδευτικών δυνάμεων». Στηρίζεται κατά ένα μέρος σε μια δυναμική αθέατων ενίοτε συγκλίσεων μεταξύ απογοητευμένων από τον σαμαρικό λαϊκισμό συντηρητικών αστικών στρωμάτων, μερίδων της «φιλελεύθερης» αριστεράς και νεομποέμ χαλαρών ακροατηρίων των μεγάλων πόλεων.
Τέτοιου τύπου συναντιλήψεις διαμορφώνουν από καιρό τώρα ένα ακροατήριο που δεν αποδίδει πλέον προτεραιότητα σε κρίσιμα ζητήματα ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για καπιταλισμούς, σοσιαλισμούς και άλλα «ιδεολογήματα» –όπως τα βαφτίζουν– όσο για πραγματιστικές επιδιορθώσεις στις κλίμακες ποιότητας της καθημερινότητας.

Ολόκληρο το άρθρο

Άδειες λέξεις ― το New Speak

Γράφει η Τιτίκα Δημητρούλια, αποκλειστικά για το politicon.gr, με αφορμή ένα δοκίμιο της Σούζαν Σόνταγκ.

Leni Riefenstahl, Triumph of the Will

‘Tis all in peeces, all cohaerence gone;
All just supply, and all Relation.
John Donne, An Anatomy of the World, The First Anniversary

Σημείο πρώτο. Πώς μπορεί κανείς να ονομάσει τη ναζιστική περίοδο χωρίς να κινητοποιήσει άμεσα αρνητικά αντανακλαστικά; «Περίοδο της ιστορίας ενός έθνους [ποιο είναι αυτό άραγε;] την οποία επέλεξε να εξαλείψει από τη μνήμη του». Αλλιώς; «Τραυματική και κρίσιμη γερμανική δεκαετία του 1930». Πώς μπορεί να δηλώσει την άνοδο του ναζισμού στην εξουσία με τον ίδιο τρόπο; «Όταν ο Χίτλερ ανήλθε στην εξουσία».

Τα παραδείγματα προέρχονται από το δοκίμιο της Σούζαν Σόνταγκ «Η γοητεία του φασισμού» το 1975 (μετ. Γερ. Λυκιαρδόπουλος, εκδ. Ύψιλον, 2010, σ.10 κ.ε), το οποίο αποδομεί την προσπάθεια αποκατάστασης της αγαπημένης κινηματογραφίστριας του Χίτλερ, της Λένι Ρίφενσταλ, ξεκινώντας από το επιμελημένο βιογραφικό σε ένα λεύκωμά της. Καταδεικνύουν ανάγλυφα τη δύναμη του λόγου, που δεν αποκαλύπτει μόνο αλλά εξίσου αποτελεσματικά αποκρύπτει, δείχνουν τη μετασχηματιστική δύναμη του λόγου πάνω στην ίδια την πραγματικότητα, από τα πρωτόγονα ξόρκια ως τη σύγχρονη προώθηση-επιβολή προϊόντων και ιδεών.
Ολόκληρο το άρθρο

Μουντιάλ: Το μαγικό βασίλειο

Ο διάσημος Ουρουγουανός συγγραφέας και δημοσιογράφος Εδουάρδο Γκαλεάνο γράφει για το πρόσφατο Μουντιάλ.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 14.7.2010 στην ισπανική
www.publico.es και μεταφράστηκε από την εφημ. Εποχή.

Ο Πάτσο Ματουράνα, Κολομβιανός με πλούσια εμπειρία σε αυτές τις μάχες, λέει πως το ποδόσφαιρο είναι ένα μαγικό βασίλειο όπου όλα μπορούν να συμβούν. Το πρόσφατο μουντιάλ επιβεβαίωσε τα λόγια του: ήταν ένα μουντιάλ ασυνήθιστο. Ασυνήθιστα ήταν τα δέκα στάδια στα οποία παίχτηκε, υπέροχα, τεράστια, κόστισαν μια περιουσία. Άγνωστο πως θα καταφέρει η Νότιος Αφρική να διατηρήσει σε δραστηριότητα αυτούς τους τσιμεντένιους γίγαντες, τεράστια σπατάλη εύκολη να εξηγηθεί αλλά δύσκολο να αιτιολογηθεί σε μια από τις πιο άδικες χώρες του κόσμου.

Ασυνήθιστη ήταν η μπάλα της Adidas, αστραφτερή, μισότρελλη, γλιστρούσε από τα χέρια και δεν υπάκουε στα πόδια. Η Jabulani επιβλήθηκε παρόλο που στους παίκτες καθόλου δεν άρεσε. Από το κάστρο τους στη Ζυρίχη, οι αφέντες του ποδοσφαίρου επιβάλλουν, δεν προτείνουν. Το συνηθίζουν.
Ασυνήθιστο ήταν να αναγνωρίσει τελικά η πανίσχυρη γραφειοκρατία της FIFA, μετά από τόσα χρόνια, ότι, τουλάχιστον, θα έπρεπε να μελετήσει τον τρόπο να βοηθήσει τους διαιτητές στα αποφασιστικά παιχνίδια. Δεν είναι πολύ αλλά είναι κάτι. Ήδη ήταν ώρα. Μέχρι εκείνοι οι κουφοί της εθελοντικής κώφωσης αναγκάστηκαν να ακούσουν την κατακραυγή που ξεσηκώθηκε από τα λάθη κάποιων διαιτητών, που στο τελευταίο παιχνίδι άγγιξαν τα όρια της φρίκης. Γιατί πρέπει να βλέπουμε στις οθόνες των τηλεοράσεων εκείνο που οι διαιτητές δεν είδαν και ίσως δεν θα μπορούσαν να δουν; Κατακραυγή εκ μέρους της κοινής γνώμης: σχεδόν σε όλα τα αθλήματα, το μπάσκετ, το τένις, το μπέιζ-μπολ μέχρι την ξιφασκία και τα ράλι αυτοκινήτων, χρησιμοποιούν τη σύγχρονη τεχνολογία για να διαλευκάνουν αμφιβολίες. Στο ποδόσφαιρο, όχι.
Ολόκληρο το άρθρο

Όταν η κα Νίτσα (Λουλέ) πάει στου κ. Κουβέλη

Διεισδυτική κριτική στο “ύφος” Κουβέλη και στην πολιτική φυσιογνωμία της Δημοκρατικής Αριστεράς, από τον ιστολόγο Ροΐδη (Ροΐδη Εμμονές).

Γράμμα από το Ληξούρι: Αναγνώστης Λασκαράτος
Κύριε Ροΐδη,
Mε την ευκαιρία της παρθενικής συγκέντρωσης του νέου αριστερού κόμματος που θέλει να σώσει τη χώρα (ή τα μέλη του;), σημειώθηκαν νεκραναστάσεις, έξοδοι από μπαούλα με ναφθαλίνη και λοιπά περίεργα φαινόμενα. Οι κοσμικές πολιτικές στήλες διέκριναν μεταξύ άλλων και τους Νίτσα Λουλέ, Π. Κουναλάκη και Βασίλη Βασιλικό στο ενθουσιώδες ανανεωτικό ακροατήριο της πρώτης συγκέντρωσης (εσωτερικού χώρου) του νέου κόμματος που ήλθε να προστεθεί στα πολυάριθμα κουάρκς της Αριστεράς που στριμώχνονται μέσα στον στενό της πυρήνα. Η πρώτη είχε υποκύψει στη γοητεία της ΝΔ ή έστω της κας Μπακογιάννη, οι άλλοι δυο στου ΠΑΣΟΚ. Ο καθένας με άλλο τρόπο, σε άλλο βαθμό, δεν τους τσουβαλιάζω. Το πρώτο που θέλω να επισημάνω είναι αυτό που ο κ.Κουβέλης θα περιέγραφε στη γλώσσα του και με εκείνη την, ας μου επιτραπεί, επιτηδευμένη φωνή: “Επιτύχαμε να έχουμε ένα ευρύ πολυτασικό ακροατήριο”. Ολόκληρο το άρθρο

Περί ολοκληρωτισμού

Η κοινοτοπία του κακού. Ο ολοκληρωτισμός ως υπακοή στη μία αλήθεια. Φωτ.: Ο Αϊχμαν στην Ιερουσαλήμ.

Ο Αντώνης Μπαλασόπουλος του Radical Desire περιγράφει οξεδερκώς τον αναδυόμενο άτυπο ολοκληρωτισμό, που δεν μοιάζει καθόλου με τους ολοκληρωτισμούς του 20ού αιώνα.
Συμπληρωματικά, ας διαβαστεί και αυτό, περί μαζικής άρνησης.

Ο σημερινός ολοκληρωτισμός ―ένας ολοκληρωτισμός εννοιακά πολύ πιο ακραιφνής από αυτόν που προηγήθηκε― δεν θα οδηγήσει ποτέ στην ομοιομορφία και δεν έχει την παραμικρή ανάγκη της αισθητικής εξιδανίκευσης του κράτους ως φορέα καταστολής. Οι ιδεολογικές του κατασκευές είναι το αντίθετο από μνημειώδεις ή θεατρικές (τεράστιες συγκεντρώσεις, εμβλήματα, παρελάσεις, κλπ): του αρκεί η μίνιμαλ, ελάχιστη υπενθύμιση ότι “στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα”, ένας από τους ευφυέστερους τρόπους του να πεις ότι ο εννοιακός χάρτης της σημερινής, ασταμάτητα εκφυλιζόμενης δημοκρατίας, δεν περιλαμβάνει κανένα δρόμο διαφυγής, καμμία εντοπίσιμη στο χώρο αρχή καταναγκασμού και καταστολής, και κανένα τείχος του οποίου η κατάρρευση να υπόσχεται ελευθερία.

Και το ερώτημα αναδύεται, αμείλικτο: Αν όλοι γνωρίζουμε ότι το πέρασμα από τον υπαρκτό σοσιαλισμό στον φιλελευθερισμό υπήρξε ανέλπιστα αναίμακτο, είναι δυνατόν να πιστέψουμε ότι θα υπάρξουν ποτέ συνθήκες που θα εξαναγκάσουν τον παγκόσμιο καπιταλισμό στην εθελοντική αυτοκτονία, την εθελοντική παραίτηση από την πολιτική εξουσία; Μήπως το μεγάλο άρρητο στη σκέψη μας είναι ότι η μετάβαση από τον καπιταλισμό σε κάτι άλλο από τον ίδιο είναι αδιανόητη με οποιονδήποτε τρόπο παρά ως απίστευτα αιματηρή, χαώδης και καθολικά επίπονη διαδικασία; Και μήπως είναι η συναίσθηση αυτού ακριβώς του γεγονότος ―και πολύ λιγότερο η πανθομολογούμενη έλλειψη εμπιστοσύνης στις όποιες εναλλακτικές βλέψεις της Αριστεράς― που αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την πολιτική σκέψη αυτή τη στιγμή;

Ολόκληρο το άρθρο

Μαζική άρνηση, ενοχή, απάθεια: O ελληνικός λαός ενώπιον της κατεδάφισης των δικαιωμάτων του


Mια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ερμηνεία της παρούσας αδράνειας και παγωνιάς του ελληνικού λαού, επιχειρεί ο Γιάννης Χριστόπουλος, σε ένα σύντομο μα περιεκτικό σχόλιό του στον ιστότοπο antinews.gr, στις 08.07.2010, απ’ όπου το αλιεύσαμε και το αναδημοσιεύουμε, προσθέτοντας μερικά χρήσιμα λινκ για περαιτέρω διερεύνηση της έννοιας της Μαζικής Αρνησης. Συμπληρωματικά, ας διαβαστεί η ανάλυση του Radical Desire περί νέου ολοκληρωτισμού.

Η σημερινή μάλλον χαλαρή και αραιή διαδήλωση κατά του νομοσχεδίου ενταφιασμού των δικαιωμάτων ενός λαού, πρέπει να μας βάλει σε πιο σύνθετες σκέψεις. Έχω την αίσθηση ότι ο λαός μας βρίσκεται υπό την επήρεια ενός ασυνείδητου ψυχολογικού μηχανισμού άμυνας που ονομάζεται άρνηση (denial).
Πρόκειται, κατά την άποψή μου, για την περίπτωση της μαζικής/ομαδικής άρνησης (mass denial), που αρχίζει όταν η έκταση και η φύση του προβλήματος είναι τόσο πρωτοφανής (π.χ. ξαφνική κατάργηση των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων) που ο λαός δεν διαθέτει τους απαραίτητους κοινωνικο-πολιτισμικούς μηχανισμούς αποδοχής του προβλήματος και εισέρχεται στην φάση της άρνησης του ίδιου του προβλήματος!
Το επόμενο στάδιο είναι η μη ανάληψη της ευθύνης για δράση/αντίδραση. Είναι το φαινόμενο του “παθητικού θεατή” (passive bystander). Κατεδαφίζουν τα πάντα, όλες τις σταθερές της ζωής μας, αλλά εμείς νιώθουμε ανήμποροι να αντιδράσουμε και αναμένουμε να αντιδράσει κάποιος άλλος γιατί η ατομική μας ευθύνη έχει “καταβροχθισθεί” από την συλλογική ευθύνη της κοινωνίας, η οποία όμως δεν αντιδρά.
Εν καιρώ πολέμου ή κατάργησης της δημοκρατίας, παρατηρείται το φαινόμενο της απόλυτης παράλυσης ολόκληρων κοινωνιών, λόγω αυτών των ψυχολογικών μηχανισμών. Η ομαδική άρνηση έχει πολλές μορφές, π.χ. μπορεί να αρνούμαστε την ίδια την ύπαρξη του προβλήματος (έντονο ας πούμε denial) ή υποβαθμίζουμε το πρόβλημα σε κατώτερο επίπεδο από το πραγματικό (minimization).
Επίσης, συχνά υπάρχει συσχέτιση με την ενοχή που νιώθει μια κοινωνία για το ίδιο το πρόβλημα. Όσο μεγαλύτερες ενοχές νιώθουμε για το πρόβλημα, τόσο πιο έντονα το αρνούμαστε! Έχει επίσης ιστορικά αποδειχθεί ότι όσο περισσότερο κατακλυζόμαστε από πληροφορίες για το πρόβλημα, τόσο εντονότερα το αρνούμαστε!
Αυτός ο πανίσχυρος εσωτερικός μηχανισμός άρνησης της πραγματικότητας (που εντείνεται, όπως προανέφερα, από το αίσθημα ενοχής και την υπερπληροφόρηση), θα καταρρεύσει και θα υπάρξει έντονη μαζική ανάληψη ευθύνης και δράσης,
1) όταν υπάρξει έντονη κοινωνική δράση από κάποια μέλη της κοινωνίας που θα συμπαρασύρουν την πλειοψηφία των “παθητικών θεατών”,
2) όταν η κοινωνία “φορτιστεί” συναισθηματικά από την αντίδραση κάποιων μελών της με την προϋπόθεση ότι η κοινωνία αποδέχεται την ειλικρίνεια και αξιοπιστία των μελών αυτών και
3) όταν το πρόβλημα αποκτήσει δραματικές διαστάσεις που αγγίζουν την ίδια την επιβίωση της κοινωνίας.
Το ομαδικό ψυχολογικό φαινόμενο της μαζικής άρνησης της πραγματικότητας (mass denial) παρατηρείται και σε περιπτώσεις θηριώδους προσβολής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως π.χ. στην περίπτωση του ολοκαυτώματος των Εβραίων αλλά και στην περίπτωση της βαριάς παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Παλαιστινίων από τους Ισραηλινούς!!! Έτσι εξηγούνται πολλά πράγματα που prima facie φαίνονται ακατανόητα!
Όποιος είναι πραγματικά ειδικός στην ψυχολογία της μάζας και στο φαινόμενο του mass denial, ας συμβάλλει περισσότερο σ’ αυτήν την σκέψη.
Xρησιμοποίησα το παράδειγμα της άρνησης των κλιματικών αλλαγών (climate change denial) και την ανάλυση του [Stanley] Cohen. ( http://www.ecoglobe.ch/motivation/e/clim2922.htm )

APPENDIX by Politicon.gr

  • Ποιος είναι ο Stanley Cohen.
  • Για το υπό συζήτησιν βιβλίο του States of Denial: Knowing About Atrocities and Suffering. Cambridge: Polity. 2001. Κριτική στον Guardian, Κριτική στο blog Human-Nonhuman.

Νένη Πανουργιά: Ο Δεκέμβρης παρήγαγε μια νέα αντίληψη αντίστασης


Η ανθρωπολόγος του Πανεπιστημίου Columbia Νένη Πανουργιά μιλά στην Πόλυ Κρημνιώτη για την ανεπίσημη ιστορία των αριστερών μετά τον Πόλεμο, τη μνήμη αντίστασης και διώξεων, και τη γενιά του Δεκέμβρη 2008. Με αφορμή το βραβευμένο βιβλίο της “Dangerous Citizens: The Greek Left and the Terror of the State”. Από την εφημ. Αυγή.

Τα παιδιά του Δεκέμβρη είχαν ελάχιστη αίσθηση της προ της ζωής τους Ιστορίας. Τα συνθήματα στους τοίχους έπαιξαν και τον ρόλο ιστορικού μαθήματος, όταν μαθητές του λυκείου ρωτούσαν: τι ήταν ‘η Βάρκιζα’; ‘Ο Δεκέμβρης’; Μια γνώση, όμως, ήταν σταθερή: 6 Δεκέμβρη πέθανε ‘ο Παύλος’. Από κει, το νήμα της νοηματοδότησης της ιστορίας ήταν βραχύ. Ο Σιδηρόπουλος ακούστηκε τον Δεκέμβρη γιατί ήδη ακουγόταν από πριν. Η διδασκαλία της ιστορίας στους δρόμους των Εξαρχείων ήταν μια επιμορφωτική χειρονομία που επικάθησε πάνω σε μια άλλη γνώση, μιας άλλης αντίστασης που έβραζε εδώ και πολύ καιρό – απέναντι στον εφησυχασμό της δικής μας γενιάς.

Έχει αναφερθεί συχνά η φουκωική θέση ότι ο Δεκέμβρης δεν παρήγαγε τίποτα, ότι το όποιο πολιτικό του έργο κατασπαταλήθηκε τότε. Διαφωνώ. Ναι μεν ο Δεκέμβρης δεν δημιούργησε σταθερό εφηβικό κίνημα, αλλά παρήγαγε μια νέα αντίληψη αντίστασης. Αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι, καταλήψεις εγκαταλελειμμένων κτηρίων, αλληλεγγύη μεταξύ των εφήβων. Βρισκόμαστε στην μεγαλύτερη ιστορική καμπή που έχουμε βρεθεί μετά τον Εμφύλιο και τα παιδιά του Δεκέμβρη άνοιξαν ένα βαθύ ρήγμα στο συμπαγές αφήγημα περί τάξης και ευημερίας του νεοφιλελευθερισμοί.

Ολόκληρη η συνέντευξη

Naomi Klein, Disaster capitalism

O Αντώνης του Radical Desire μεταφράζει μια εξαιρετικά επίκαιρη συνέντευξη της Ναόμι Κλάιν, της γνωστής ακτιβίστριας και συγγραφέως του περίφημου “The Shock Doctrine“.

Η Ναόμι Κλάιν με κάνει να μελαγχολώ με την ελληνική Αριστερά. Καθαρότητα σκέψης, ευθυκρισία, ικανότητα να εντοπίζει τα νευρικά σημεία της συγκυρίας, και όλα αυτά με ηρεμία, αισιοδοξία και χαμόγελο.
Ουσιώδους σημασίας τα όσα λέει:

(α) για το πώς η Αριστερά πιάνεται απροετοίμαστη και η Δεξιά πανέτοιμη όταν ξεσπούν κρίσεις, και για το τι σημασία έχει η ιδεολογική ετοιμότητα και κατά συνέπεια ο αφοπλισμός των ιδεών του αντιπάλου ώστε να είσαι μόνο εσύ έτοιμος και

(β) η τεράστια σημασία, ακριβώς για αυτό το λόγο, που είχε η άκρως επιτυχημένη καμπάνια του νεοφιλευθερισμού να πείσει την Αριστερά ότι δεν έχει ιδέες που να μπορεί να χρησιμοποιήσει, πετυχαίνοντας ταυτόχρονα να φυσικοποιήσει την δική της χρήση βίας υπό την κάλυψη του αναίμακτου θρίαμβου ιδεών.

Τα σχετικά σημεία με έντονα στοιχεία στην μετάφραση της συνέντευξης. – RD (Αντώνης)

N.C.: […] Πριν κάνω αυτή την έρευνα, δεχόμουν, όπως οι περισσότεροι, ένα μεγάλο κομμάτι από το αφήγημα που έλεγε ότι ο θρίαμβος της ελεύθερης αγοράς παγκόσμια στις δεκαετίες του 1980 και 90 ήταν λίγο-πολύ μια ειρηνική διαδικασία. Και αν και εμείς οι προοδευτικοί δεν παραδεχόμαστε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, χάσαμε την πίστη μας στις δικές μας εναλλακτικές λύσεις και αποδεχτήκαμε αυτό το αφήγημα, ότι δήθεν υπήρξε μια μεγάλη μάχη ιδεών και ότι εμείς τη χάσαμε. Κοιτάζουμε πίσω —και αυτό κάνω στο βιβλίο, κοιτάζω σημεία-κλειδιά όπου αυτή η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς πετάγεται ξαφνικά, όπως το πραξικόπημα στη Χιλή, η πτώση του τείχους του Βερολίνου, η διάλυση της ΕΣΣΔ, η Πολωνία το 1989, η πλατεία Τιενανμέν το 1989— και κοιτάζοντας τα ζωτικά αυτά συγκυριακά σημεία, όπου είχες αυτά τα μεγάλα άλματα μπροστά για την ιδεολογία του Milton Friedman, αυτό που βλέπεις στις στιγμές αυτές είναι ότι η ιδεολογία αυτή δεν επελέγη ποτέ.
[…] Δεν ήταν ότι δεν είχαμε ιδέες. Και δεν ήταν ότι συναινέσαμε ποτέ, ότι πειστήκαμε ποτέ για το δίκαιο [αυτών των μέτρων]· απλώς λυγίσαμε σε κάποια σημεία. Νομίζω ότι είναι αρκετά ενδυναμωτικό να συνειδητοποιείς ότι δεν χάσαμε τη μάχη των ιδεών, γιατί νομίζω ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού που μας καθιστά αδύναμους στην Αριστερά είναι αυτή η ιδέα, που επαναλαμβάνεται διαρκώς, ότι οι ιδέες μας δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Ότι δεν έχουν πλέον νομιμότητα. Και αυτό μας κρατάει απ’ το να έχουμε την δύναμη της πεποίθησής μας σε στιγμές κρίσιμες. Και αυτός είναι ένας λόγος που έγραψα το βιβλίο. Για να πω ότι στην πραγματικότητα δεν υπήρξε μάχη ιδεών. Υπήρξε αληθινή μάχη, αληθινός πόλεμος, με αληθινές απώλειες. Αντιμετωπίσαμε στυγνές δυνάμεις και ηττηθήκαμε, αλλά δεν χάσαμε στο επίπεδο επιχειρημάτων.

ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Κων. Τσουκαλάς: Αναζητώντας την πολιτική μέσα στην κρίση

Συνέντευξη του Κωνσταντίνου Τσουκαλά στον Στρατή Μπουρνάζο, για τα Ενθέματα της εφημ. Αυγή.

[…] Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα άμεσο πρόβλημα βίαιης προλεταριοποίησης. Δεν παίρνει βέβαια τη μορφή που είχε πάρει στην Αγγλία του 18ου αιώνα, οπότε εν μιά νυκτί οι κοινοτικές εκτάσεις περιφράχτηκαν αναγκάζοντας τους χωρικούς να πάνε στην πόλη και να στοιβαχτούν στα υπόγεια που περιγράφει ο Ένγκελς. Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη μάζα ανθρώπων οι οποίοι πλέον θα είναι σε άμεση αναζήτηση εργασίας. Αν σκεφτούμε και τις αλλαγές στη δημόσια απασχόληση, η οποία μέχρι τώρα, καλώς ή κακώς, απασχολούσε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του εργατικού δυναμικού, βρισκόμαστε μπροστά στο φάσμα μιας θεαματικής αύξησης του ποσοστού του πληθυσμού που πρέπει να επιβιώσει με ό,τι δουλειά βρει, του ποδαριού ή μη, βορά μιας ανελέητης αγοράς εργασίας, χωρίς θεσμικές κατοχυρώσεις και κανόνες, και χωρίς να μπορεί να προστρέξει στη στοιχειώδη ασφάλεια της οικογένειας.

Όλα αυτά συνιστούν τομή, που είναι άδηλο πού θα καταλήξει. Και είναι άδηλο, γιατί οι αλλαγές δεν γίνονται βαθμιαία, όπως στη Δυτική Ευρώπη, αλλά πολύ βίαια: ουσιαστικά, μέσα σε πέντε-δέκα χρόνια απειλείται να αλλάξει τελείως μορφή το πρόσωπο της ελληνικής κοινωνίας, με άγνωστες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες, και κυρίως όσον αφορά τον τρόπο που θα αντιδράσουν οι ευρύτατες μάζες στη διαφαινόμενη υποβάθμιση, μιζέρια και καταστροφή.

Ολόκληρη η συνέντευξη

Οι νέοι φιλελεύθεροι

Γράφει ο Νικόλας Σεβαστάκης στην Ελευθεροτυπία:

Αυτοί τους οποίους αποκαλώ εδώ νέους φιλελεύθερους, είναι από τους πιο ένθερμους θιασώτες της μετάβασης σε αυτό που ζωγραφίζουν ως μια Ελλάδα «κανονική», cool, μεταδογματική, ευπρεπισμένη. Αναφέρομαι εδώ σ’ έναν χώρο που τελευταία δείχνει να διευρύνει την επιρροή του κυρίως στο δημόσιο σχολιασμό του πολιτισμού και των κοινωνικών συμπεριφορών· σε μια ευαισθησία η οποία ελκύει ιδιαίτερα τους ανθρώπους του λογοτεχνικού σιναφιού και του πολιτισμικού πεδίου, συγγραφείς, καλλιτέχνες και δημοσιογράφους γνώμης. Από το Athens Review of books μέχρι το ΕΚΕΒΙ, από την «Καθημερινή» μέχρι το Protagon.gr, από τη φιλελεύθερη Αριστερά μέχρι το «φωτισμένο» συντηρητισμό διαμορφώνονται πλέον αξιοσημείωτες συγκλίσεις. Ο δρόμος χαράχτηκε ουσιαστικά ήδη από τη δεκαετία του ’90 μέσα από το μετα-lifestyle έντυπο που μετεξελίχτηκε στη συνέχεια σε free press.

Ολόκληρο το άρθρο

Οταν η Αριστερά αυτοκτονεί

Γράφει ο Κώστας Βεργόπουλος στην Ελευθεροτυπία:

Πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα δεν είναι το έλλειμμα προγράμματος, αλλά η δυσπιστία της απέναντι στη φαντασία, την ευρηματικότητα και την ανεξέλεγκτη δυναμική των κοινωνικών δυνάμεων: η υπόνοια ότι δεν ενθαρρύνει την κοινωνία να εκφρασθεί, όσο κυρίως πασχίζει να την οικειοποιηθεί. Εάν η αυτοκτονία της κατανοηθεί ως αναγνώριση του προβλήματος, αυτό θα συνιστούσε για την κοινωνία απαρχή για μια νέα ελπίδα.

Ολόκληρο το άρθρο

Η αριστερά ως δίκτυο

Ο Μιχάλης Talos περιγράφει μια νέα δικτυωμένη αριστερά, μια νέα πολιτική δυνατότητα, για τις μέρες κρίσης που ζούμε. Σκέψεις ενδεχομένως προφητικές.

Καμία λοιπόν διάρθρωση του χώρου που δεν λαμβάνει υπόψη της και δεν αγκαλιάζει την πολυμορφία των υποκειμένων που συντάσσονται, με διαφορετικούς βαθμούς έντασης, στο πλέγμα των οντοτήτων της δρώσας και ζώσας αριστεράς δεν θα είναι αποτελεσματική. […]
Οι κομματικοί σχηματισμοί της αριστεράς θα είναι ένας κρίσιμος κόμβος του δικτύου, αλλά απλά ένας κόμβος… Πιθανόν μάλιστα, η δυναμική αυτού του πλέγματος στην περίοδο που έρχεται, να επιφυλάσσει μεταλλάξεις και νέες αναδιαμορφώσεις και εσωκομματικά. Η μάχη τελικά, της πολιτισμικής και πολιτικής ηγεμονίας της αριστεράς θα δοθεί με όρους δικτύων αριστερών συλλογικοτήτων και πολιτών, ή θα χαθεί.

Ολόκληρο το άρθρο